- Λισαβόνα
- (Lisboa). Πόλη (556.797 κάτ. το 2000) και πρωτεύουσα της Πορτογαλίας, καθώς και του ομώνυμου νομού (2.761 τ. χλμ., 1.878.006 κάτ. το 2000). Βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμόκολπου του Τάγου, εκεί όπου στενεύει, αφού έχει σχηματίσει μια μεγάλη εσωτερική λεκάνη, τη Mar da Palha (= θάλασσα της ψάθας). Η Λ. απλώνεται αμφιθεατρικά στις πλαγιές επτά λόφων και το κέντρο της αποτελεί η λεγόμενη Cidade Baixa, που εκτείνεται μεταξύ της όχθης του Τάγου, όπου ανοίγεται η Praca do Comercio (= Πλατεία Εμπορίου), στα Ν, και του νότιου άκρου της Λεωφόρου Ελευθερίας στα Β, σε μικρή απόσταση από τον λόφο όπου υψώνεται ο πύργος του Αγίου Γεωργίου. Η πόλη παρουσιάζει κανονική πολεοδομία, με μεγάλους, ίσιους δρόμους και μνημειακή όψη στο κεντρικό τμήμα της, γραφικό σε ορισμένα σημεία του, χάρη στις πλούσιες επενδύσεις με πλακάκια από φαγιάνς (azulejos) στις προσόψεις των σπιτιών.
Ο οικοδομημένος χώρος της σημείωσε, ιδιαίτερα από τα τέλη του 19ου αι., τόσο γρήγορη αύξηση ώστε σήμερα η πόλη είναι μία από τις μεγαλύτερες σε έκταση στην Ευρώπη. Από τα πολυάριθμα αρχιτεκτονικά μνημεία του παρελθόντος πολλά καταστράφηκαν στον σεισμό του 1755· παρά το γεγονός αυτό, η Λ. διαθέτει πολλά έξοχα ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία, μεταξύ των οποίων το μοναστήρι των Ιερωνυμιτών του Μπελέμ, του οποίου η οικοδόμηση ξεκίνησε το 1499, οι εκκλησίες της Παναγίας του Μπελέμ και του Αγίου Ρόκου του 16ου αι., ο πύργος του Αγίου Γεωργίου, ένα τμήμα του οποίου είναι της εποχής των Βησιγότθων, ο πύργος του Μπελέμ, που υψώνεται στην όχθη του Τάγου, κοντά στο σημείο απ’ όπου απέπλευσε ο Βάσκο ντα Γκάμα σε αναζήτηση του δρόμου των Ινδιών, το μοναστήρι του Αγίου Βικεντίου ντε Φόρα, όπου βρίσκονται οι τάφοι των βασιλιάδων της Μπραγκάντσα, δυναστείας που βασίλευε στην Πορτογαλία από το 1640 έως το 1910, η μητρόπολη του 12ου αι., που ανακαινίστηκε όμως πολλές φορές, και το πρώην βασιλικό ανάκτορο.
Η Λ. δεν είναι μόνο το μεγαλύτερο πολιτικό και διοικητικό κέντρο της χώρας αλλά και σημαντική βιομηχανική πόλη –ιδιαίτερα στους τομείς τροφίμων, υφαντουργίας, χημικών προϊόντων, μεταλλομηχανικής, χάρτου, γυαλιού και πορσελάνης– και εμπορικό κέντρο, όπου βρίσκονται το διεθνές αεροδρόμιο της Πορτέλα και το σημαντικότερο λιμάνι της Πορτογαλίας. Κατέχει επίσης πολύ σημαντική θέση στην πνευματική ζωή της χώρας· είναι έδρα πανεπιστημίου (που ιδρύθηκε το 1290, μεταφέρθηκε στην Κουίμπρα το 1537 και εγκαταστάθηκε και πάλι στη Λ. το 1911), διαφόρων ανώτερων σχολών, πινακοθηκών και μουσείων αρχαίας και νεότερης τέχνης, μεταξύ των οποίων πολύ σημαντικό είναι το Εθνογραφικό Μουσείο Λέιτε ντε Βασκονσέλος.
Ιστορία. Πιθανότατα φοινικικής καταγωγής, η Λ. ήταν η ρωμαϊκή Felicitas Julia, που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του Ιουλίου Καίσαρα. Ο οικισμός, που ήταν τότε συγκεντρωμένος πάνω στον λόφο του Πύργου, περιβαλλόταν την εποχή των Βησιγότθων από τείχη. Η πόλη έπεσε στα χέρια των Μαυριτανών το 711 και έμεινε στην κατοχή τους έως το 1147, ακμάζοντας ως εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο. Το 1245 μεταφέρθηκε εκεί η αυλή από την Κουίμπρα. Η Λ. έφτασε στο αποκορύφωμα της ανάπτυξής της τον 15o και τον 16o αι., την εποχή δηλαδή της μεγαλύτερης αποικιακής ακμής της Πορτογαλίας, χάρη στο λιμάνι της, όπου συγκεντρώνονταν τα εμπορεύματα από πολλά μέρη της Ασίας και της Ευρώπης.
Ο καταστρεπτικός σεισμός του 1755, που γκρέμισε 10.000 κτίρια και προκάλεσε τον θάνατο 30.000 ανθρώπων, ήταν η κύρια αιτία μιας σοβαρότατης οικονομικής κρίσης, από την οποία η πόλη κατόρθωσε να σωθεί χάρη στον μαρκήσιο του Πομπάλ, που δημιούργησε πολεοδομική συγκρότηση άξια μεγάλης πρωτεύουσας και ανοικοδόμησε τη Cidade Baixa.
Η πλατεία ντελ Ρότσιο στη Λισαβόνα, όπου δεσπόζει ο ανδριάντας του βασιλιά Πέτρου Δ’.
Άποψη της Λισαβόνας, πρωτεύουσας της Πορτογαλίας, που βρίσκεται στον ποταμόκολπο του Τάγου.
Dictionary of Greek. 2013.